Όταν το παιδί αντιστέκεται στην θεραπεία
Η ψυχοθεραπεία είναι μια διαδικασία που απαιτεί αποθέματα ψυχικής ενέργειας από τον θεραπευόμενο, δέσμευση στον εαυτό και ανοιχτότητα στην σχέση που αναπτύσσει με έναν άλλον άνθρωπο, τον θεραπευτή. Αν και συνήθως οι άνθρωποι απευθύνονται στον ψυχοθεραπευτή με την προσδοκία να θεραπευτούν μέσα από τις συμβουλές και τις τεχνικές του ειδικού, γρήγορα ανακαλύπτουν ότι η θεραπεία τους είναι τελικά δική τους υπόθεση. Χρειάζεται να απαλλαγούν από τις πεποιθήσεις που τους αρρωσταίνουν, από συνήθειες και συμπεριφορές και να αφομοιώσουν νέα μοτίβα σκέψης και συμπεριφοράς, και όλα αυτά μέσα σε μία ασφαλή, ειλικρινή και αποκαλυπτική σχέση, την θεραπευτική σχέση. Εκεί είναι που ξεκινά συνήθως η αντίσταση στην θεραπευτική αλλαγή. Όταν το άτομο αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι εκείνο είναι που χρειάζεται να αλλάξει και όχι οι άλλοι, ότι το πώς νιώθει εξαρτάται από το ίδιο και πως οφείλει να αναλάβει την ευθύνη της ζωής του.
Η ψυχοθεραπεία με παιδιά δεν διαφέρει. Και για τα παιδιά η θεραπεία μπορεί να είναι μια δύσκολη διαδικασία, καθώς οι σκέψεις τους και τα συναισθήματά τους καθρεφτίζονται από τον θεραπευτή, και αρχίζουν να εισέρχονται όλο και πιο βαθειά σε αυτό που αποκαλείται "εαυτός". Παιδιά/έφηβοι με συναισθηματικές δυσκολίες, συνήθως δυσκολεύονται να εμπιστευτούν και να ανοιχτούν. Οι βαθειές σχέσεις μπορεί να τα τρομάζουν, καθώς απαιτούν από εκείνα να υπάρξουν ευάλωτα και να αφεθούν στον Άλλον.
Τι γίνεται λοιπόν όταν το παιδί αντιστέκεται στην θεραπεία του;
Τα παιδιά συνήθως θα εκφράσουν την αντίστασή τους επιλέγοντας να μην πραγματεύονται τα θέματά τους, να αποφεύγουν την σύνδεση με τον θεραπευτή και να εκφράζονται ελάχιστα λεκτικά ή/και συναισθηματικά. Αν νιώσουν ότι ήρθαν λίγο πιο κοντά με τον θεραπευτή ή ότι αποκαλύφθηκαν λίγο παραπάνω, μπορεί να φοβηθούν και να επιλέξουν να μην συνεχίσουν. Συνήθως θα ζητήσουν από τους γονείς τους να μην τα ξαναπάνε για θεραπεία και δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν τον θεραπευτή άμεσα.
Αν η ψυχοθεραπεία είναι υποχρεωτική, δεν είναι ψυχοθεραπεία.
Επομένως, αν ένα παιδί ζητήσει να σταματήσει και δεν αφήνει κανένα περιθώριο για διαπραγμάτευση, τότε η διαδικασία τερματίζεται, σεβόμενοι το αίτημα του παιδιού. Τι συμβαίνει όμως όταν οι δυσκολίες του παιδιού δεν έχουν επιλυθεί και η ψυχοθεραπεία είναι απαραίτητη; Εκεί οι γονείς επιστρατεύουν τις δικές τους δυνάμεις και αναλαμβάνουν την ευθύνη να θεραπεύσουν τον εαυτό τους ώστε να θεραπευτεί και το παιδί τους.
Όταν ένα παιδί αντιμετωπίζει δυσκολίες, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι αυτές οι δυσκολίες δεν δημιουργήθηκαν σε ένα κενό. Το σύμπτωμα των παιδιών, εκφράζει την παθολογία της οικογένειας. Εξ ου και η παρότρυνση των ειδικών να ξεκινήσουν οι γονείς συμβουλευτική μαζί με την ψυχοθεραπεία του παιδιού τους. Άρα, η αντίσταση του παιδιού στην θεραπεία του δεν αποτελεί πάντα αρνητική ένδειξη. Πολύ πιθανό αυτή η αντίσταση να αποτελέσει αφορμή για την μεγαλύτερη κινητοποίηση της οικογένειας να αναλάβει τα ηνία της θεραπείας. Μπορούμε να δούμε την άρνηση του παιδιού σαν μια "πάσα" στους γονείς, λέγοντάς τους "δεν είμαι εγώ που χρειάζομαι θεραπεία, αλλά εσείς". Αυτό δεν είναι εύκολο για τους γονείς να το ακούσουν, καθώς οι γονείς ήδη έρχονται από μία θέση ενοχής και χαμηλού αισθήματος αυτοαποτελεσματικότητας, επομένως μπορεί και εκείνοι να εμφανίσουν αντίσταση στην αλλαγή. Για αυτό οφείλουμε να έχουμε στο νου μας πως κανείς δεν είναι τέλειος γονιός, γιατί δεν είναι αυτό το ζητούμενο (η τελειότητα μόνο άγχος θα έφερνε). Το ζητούμενο είναι οι γονείς να αναλάβουν την ευθύνη του εαυτού τους και να αναγνωρίσουν την δική τους θέση απέναντι στο σύμπτωμα του παιδιού. Πώς το κρίνουν; Πώς το διαχειρίζονται; Τι τους θυμίζει και πώς ήταν οι ίδιοι ως παιδιά; Όλα αυτά είναι ερωτήματα που απαντώνται στην ψυχοθεραπεία τους και μέσα από αυτήν ανακαλύπτουν νέους τρόπους συσχέτισης με το παιδί τους, που οδηγούν σε μια πιο ουσιαστική και βαθειά σχέση εμπιστοσύνης.
Το ίδιο ισχύει και για όταν ένα παιδί αντιμετωπίζει δυσκολίες αλλά αρνείται εξ αρχής να επισκεφθεί έναν ειδικό, παρά τις παροτρύνσεις των γονέων του. Αν η αντίσταση αυτή είναι άκαμπτη, δεν είναι εμπόδιο στο να επισκεφθούν οι ίδιοι οι γονείς έναν ειδικό που θα τους καθοδηγήσει στην διαχείριση της κατάστασης.
Ας μην ξεχνάμε, το βάρος της ευθύνης για την συναισθηματική ισορροπία της οικογένειας δεν ανήκει στο παιδί, αλλά στους δημιουργούς της.