Γνωστική Ανάπτυξη: Από την Βρεφική Ηλικία στην Εφηβεία.
Η γνωστική ανάπτυξη, δηλαδή η εξέλιξη των νοητικών ικανοτήτων κατά την διάρκεια της ζωής, σημειώνει μεγάλες αλλαγές ανάλογα με το εκάστοτε αναπτυξιακό στάδιο που βρίσκεται το κάθε άτομο. Παρακάτω θα δούμε τι γνωστικές αλλαγές συμβαίνουν στα άτομα ανάλογα με την ηλικία τους, αναφερόμενοι πάντα στον Piaget, τον Vygotsky, την νευροψυχολογία και την θεωρία επεξεργασίας πληροφοριών.
Βρεφική ηλικία
Για τον Piaget, τα βρέφη αποκτούν γνώση για το περιβάλλον μέσα από την άμεση κινητική συμπεριφορά. Δηλαδή, κάθε δράση που εκτελούν τα βρέφη, οδηγεί σε λήψη πληροφοριών για τον κόσμο γύρω τους. Τα βρέφη θεωρούνται μικροί επιστήμονες, που δρουν πάνω στο περιβάλλον για να δουν τι επίπτωση μπορεί να υπάρξει. Σύμφωνα με την θεωρία των σταδίων του Piaget, τα βρέφη βρίσκονται στο πρώτο στάδιο γνωστικής ανάπτυξης, το αισθησιοκινητικό (έως 2 ετών). Στο στάδιο αυτό, ό, τι γνώση αποκτούν τα βρέφη, την αποκτούν μέσω των αισθήσεών τους και μέσα από την κίνηση (Piaget, 1952).
Σε αυτήν την φάση, είναι πολύ σημαντική η έννοια της αιτιότητας, δηλαδή της αντίληψης της σχέσης μεταξύ αιτίου και αποτελέσματος. Υποστηρίζεται πως τα βρέφη αποκτούν αυτήν την αντίληψη μεταξύ 5ου και 8ου μήνα ζωής, όμως με ένα ελάττωμα: έχουν την εξωπραγματική αντίληψη πως μπορούν να προκαλέσουν γεγονότα τα οποία στην πραγματικότητα είναι εκτός του έλεγχού τους. Αυτός ο τρόπος σκέψης ονομάζεται παντοδυναμία ή μαγική σκέψη. Έτσι, τα βρέφη νομίζουν πως το κλάμα τους είναι η αιτία της εμφάνισης των γονέων ή πως η κίνηση των χεριών τους προκαλεί τον ήχο της κουδουνίστρας. Η παντοδυναμία σχετίζεται και με τον εγωκεντρισμό, ο οποίος κάνει τα βρέφη να θεωρούν πως τα αντικείμενα οφείλονται καθαρά σε δικές τους ενέργειες (Wenar&Kerig, 2008) .
Μεγάλη κατάκτηση των βρεφών είναι η έννοια της μονιμότητας του αντικειμένου, της οποίας η κατάκτηση γίνεται περί τον 8ο-12ο μήνα. Η μονιμότητα του αντικειμένου αφορά στην επίγνωση ότι οι άνθρωποι και τα πράγματα εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη και αν δεν φαίνονται (Feldman, 2009).
Προσχολική Ηλικία
Το δεύτερο στάδιο γνωστικής ανάπτυξης, είναι αυτό της προεννοιολογικής σκέψης (2-7 ετών). Η παντοδυναμία εξακολουθεί να υπάρχει, καθιστώντας έτσι μεγαλύτερες τις πιθανότητες για εμφάνιση ενοχών και φόβων. Για παράδειγμα, το παιδί προσχολικής ηλικίας μπορεί να θεωρήσει πως η κακή του συμπεριφορά ευθύνεται για το διαζύγιο των γονέων του, ή να θεωρεί ότι κάτι κακό μπορεί να συμβεί γιατί απλά το σκέφτηκε. Η ραγδαία ανάπτυξη της γλώσσας που σημειώνεται σε αυτήν την περίοδο, ενισχύει σημαντικά την συμβολική σκέψη, τον συλλογισμό και την χρήση εννοιών. Επίσης, αναπτύσσεται σημαντικά η διαισθητική σκέψη, η περιέργεια δηλαδή για τον κόσμο γύρω τους. Έτσι έχουμε παιδιά που ρωτάνε συνεχώς «γιατί;» και θέλουν να πειραματίζονται με τα πάντα.Επίσης, τα παιδιά αρχίζουν να κατανοούν την έννοια της λειτουργικότητας, δηλαδή ότι τα πράγματα συσχετίζονται μεταξύ τους με συγκεκριμένο τρόπο. Προς το τέλος του σταδίου, αναπτύσσεται και η έννοια της ταυτότητας, η συνειδητοποίηση δηλαδή ότι τα πράγματα παραμένουν ίδια παρά τις αλλαγές στο σχήμα, μέγεθος και εξωτερική εμφάνιση. Η κατάκτηση της έννοιας της ταυτότητας θα βοηθήσει το παιδί να ξεπεράσει το σημείο όπου χαρακτηρίζεται από «απουσία διατήρησης», στο οποίο δεν υπάρχει ακόμη η γνώση ότι οι ιδιότητες των αντικειμένων δεν εξαρτώνται από μεταβολές στην εμφάνισή τους (Feldman, 2009).
Άλλο χαρακτηριστικό της ηλικίας αυτής, είναι η επικέντρωση. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας επικεντρώνονται μόνο στα πολύ προφανή χαρακτηριστικά και λαμβάνουν υπόψη τους μόνο μία πλευρά των ερεθισμάτων, αγνοώντας τα υπόλοιπα. Έτσι, οδηγούνται σε λογικές ανακρίβειες. Επίσης, υπάρχει ατελής κατανόηση του μετασχηματισμού, δηλαδή της διαδικασίας μεταβολής της κατάστασης ενός αντικειμένου σε μια άλλη. Τέλος, ο εγωκεντρισμός δεν αφήνει τα παιδιά να κατανοήσουν την προοπτική του άλλου, και αυτό έχει συνέπειες στην κοινωνική τους αλληλεπίδραση.
Σε αντίθεση με τον Piaget, oVygotskyυποστήριξε πως η γνώση είναι το αποτέλεσμα της κοινωνικής αλληλεπίδρασης του παιδιού με τους ενήλικες. Οι ενήλικες, γονείς και καθηγητές, θεωρούνται καθοδηγητές του παιδιού-μαθητευόμενου. Βασική έννοια της θεωρίας του είναι η ζώνη εγγύτερης ανάπτυξης, η οποία ορίζεται ως το επίπεδο στο οποίο το παιδί μπορεί σχεδόν, αλλά όχι τελείως να εκτελέσει ένα έργο ανεξάρτητα, αλλά μπορεί να το διεκπεραιώσει με την βοήθεια κάποιου πιο ικανού. Η ζώνη εγγύτερη ανάπτυξης διευρύνεται ανάλογα με την παροχή στήριξης που προσφέρουν οι καθοδηγητές για ανεξαρτησία. Όσο περισσότερο στηρίζουν και δίνουν τα κατάλληλα ερεθίσματα, τόσο πιο πολύ τα παιδιά καταφέρνουν να διεκπεραιώνουν έργα αυτόνομα. Επίσης, σημαντική είναι και η προσδοκία που έχει η κοινωνία για το κάθε φύλο αλλά και τα πολιτισμικά εργαλεία που προσφέρει η κάθε κοινωνία (Vygotsky, 1979).
Μέση Παιδική Ηλικία
Από τα 7-12 έτη εκτυλίσσεται το τρίτο στάδιο γνωστικής ανάπτυξης, το στάδιο συγκεκριμένων λογικών πράξεων. Εδώ ξεκινά η χρήση της λογικής για την επίλυση συγκεκριμένων προβλημάτων. Ο εγωκεντρισμός αρχίζει να υποχωρεί, καθώς τα παιδιά είναι ικανά να ερμηνεύουν τις σκέψεις και τα συναισθήματα των άλλων και να αντιλαμβάνονται την οπτική τους. Επίσης, παρατηρείται το φαινόμενο της αποκέντρωσης. Τα παιδιά αρχίζουν να λαμβάνουν υπόψη τους όλες τις πληροφορίες και τα ερεθίσματα για να βγάλουν ένα συμπέρασμα. Επίσης, κατακτάται η έννοια της αντιστρεψιμότητας, δηλαδή η επίγνωση ότι μια διαδικασία που άλλαξε την μορφή ενός ερεθίσματος, μπορεί να αντιστραφεί ώστε το ερέθισμα να πάρει πάλι την αρχική του μορφή. Τέλος, σε αυτό το στάδιο υπάρχει κατανόηση της φυσικής πραγματικότητας, αλλά όχι των αφηρημένων εννοιών.
Και εδώ ο Vygotskyθα έδινε μεγάλη έμφαση στον ρόλο του εκπαιδευτικού συστήματος στην ανάπτυξη των νοητικών ικανοτήτων των παιδιών. Η διαμόρφωση του κατάλληλου μαθησιακού περιβάλλοντος με βάση την ζώνη εγγύτερης ανάπτυξης, βοηθά το παιδί να εξελίσσεται αυτόνομα με την βοήθεια των ενηλίκων. Σημαντική στην θεωρία του Vygotskyείναι η συνεργατική μάθηση, κατά την οποία τα παιδιά δουλεύουν σε ομάδες, καθώς έτσι ενισχύεται η αλληλεπίδραση η οποία προάγει την γνωστική ανάπτυξη (Feldman, 2009).
Εφηβεία
Ο κλάδος της νευροψυχολογίας έχει δείξει πως η εφηβεία προετοιμάζει τον εγκέφαλο για την ενήλικη σκέψη. Η φαιά ουσία αυξάνεται, όπως και η εμμυέλωση, η οποία επιτρέπει την δημιουργία περισσότερων νευρωνικών συνάψεων (Sowelletal, 2001). Ραγδαία είναι και η εξέλιξη στον προμετωπιαίο φλοιό, ο οποίος ευθύνεται για το κομμάτι της σκέψης, της αξιολόγησης καταστάσεων, της σύνθετης κρίσης και του ελέγχου των παρορμήσεων. Το γεγονός ότι ο προμετωπιαίος φλοιός ολοκληρώνεται στην τρίτη δεκαετία της ζωής, σημαίνει πως στην εφηβεία όλα τα παραπάνω είναι ατελή ακόμη. Για αυτό και παρατηρείται έντονη ριψοκίνδυνη συμπεριφορά από τους εφήβους (μειωμένη αναστολή παρορμητικότητας) (Steinberg&Scott, 2003). Σε γνωστικό επίπεδο, η σκέψη πλέον δεν είναι απόλυτη, αλλά συμπεριλαμβάνει σύνθετες και αφηρημένες έννοιες.
Κατά τον Piaget, οι έφηβοι βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο γνωστικής ανάπτυξης, αυτό των τυπικών λογικών πράξεων (από τα 12 έτη). Οι έφηβοι κατακτάνε την αφαιρετική σκέψη, ελέγχουν πειραματικά τις υποθέσεις που κάνουν και κάνουν παραγωγικούς συλλογισμούς (από το γενικό στο ειδικό). Επίσης, αναπτύσσουν την προτασιακή σκέψη, δηλαδή την ικανότητα να χρησιμοποιούν αφαιρετική λογική χωρίς συγκεκριμένα παραδείγματα. Αυτή η ικανότητα οδηγεί τους εφήβους στο να αναπτύσσουν επιχειρηματολογία και κριτική σκέψη. Από την άλλη, είναι αναποφάσιστοι, καθώς τώρα αντιλαμβάνονται ότι τα πράγματα είναι σχετικά και μπορεί να υπάρχουν πάνω από μία λύση (Feldman, 2009).
Από την άλλη, η θεωρία επεξεργασίας πληροφοριών υποστηρίζει πως σημαντική εξέλιξη στην εφηβεία είναι η μεταγνώση. Ως μεταγνώση ορίζεται η γνώση και η σκέψη που κάνουμε πάνω στις ίδιες μας τις σκέψεις. Οι έφηβοι γνωρίζουν κομμάτια του εαυτού τους (με ποιο τρόπο μαθαίνω καλύτερα, τι με βοηθά στην αποστήθιση κτλ.) και έτσι γίνονται πιο εσωστρεφείς και αποκτούν αυτεπίγνωση.
Σχετικά με τον εγωκεντρισμό, υπάρχει επανεμφάνιση της πρώιμης μορφής σκέψης, η οποία οδηγεί τον έφηβο στην αυτό-απορρόφηση, για αυτό και φαίνεται πολύ αντιδραστικός προς πρόσωπα εξουσίας (Greeneetal., 2002). Επίσης, ο έφηβος αναπτύσσει ένα φανταστικό ακροατήριο, το οποίο παρακολουθεί κάθε συμπεριφορά του εφήβου και τον κρίνει. Επιπλέον, οι έφηβοι δημιουργούν τους προσωπικούς τους μύθους, σύμφωνα με τους οποίους είναι άτρωτοι στους κινδύνους, και ό, τι συμβαίνει το παθαίνουν μόνο εκείνοι και κανένας άλλος. Τέλος, απότοκος του εγωκεντρισμού τους είναι η πεποίθηση ότι οι ιδέες τους από μόνες τους αρκούν, αρκεί οι άλλοι να τους έδιναν σημασία.
Βιβλιογραφία
Piaget, J. (1952). The origins of intelligence in children. New York: International Universities Press.
Wenar, C. &Kerig, P. (2008).Εξελικτική Ψυχοπαθολογία. Από τη βρεφική ηλικία στην εφηβεία. Μαρκουλής, Δ. &Γεωργακά, Ε. (μετάφραση-επιμέλεια). Εκδόσεις Gutenberg: Αθήνα.
Feldman, R. (2009). Εξελικτική Ψυχολογία. Δια βίου ανάπτυξη. Μπεζεβέγκης, Η. & Αντωνοπούλου, Α. (επιμέλεια-μετάφραση). Εκδόσεις Gutenberg: Αθήνα.
Vygotsky, L. S. (1979). Mind in Society: The development of higher mental processes. Cambridge, MA: Harvard University Press.
Sowell, E. R., Thompson, P. M., Tessner, K. D. & Toga, A. W. (2001). Mapping continued brain growth and gray matter density reduction in dorsal frontal cortex: Inverse relationships during postadolescent brain maturation. Journal of Neuroscience, 21, 8819-8829.
Steinberg, L. D. & Scott, S. S. (2003). Less guilty by reason of adolescence: Developmental immaturity, diminished responsibility, and the juvenile death penalty. American Psychologist, 58, 1009-1018.
Greene, K., Krcmar, M. & Rubin, D. L. (2002). Elaboration in processing adolescent health messages: The impact of egocentrism and sensation seeking on message processing. Journal of Communication, 52, 812-831.